Στό μέσον τῆς Καθαρᾶς Ἑβδομάδος, μετά τήν πρώτη μου Προηγιασμένη Λειτουργία στόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Δημητρίου Μανιάκων, ἀνέπεμψα τρεῖς εὐχές πρός τόν οἰκτίρμονα Θεό.
Τίς δύο εὐχές μέσα στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, ἐνώπιον τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τῶν Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, καί τήν τρίτη στόν Ἱερό Ναό τῆς Μαυριωτίσσης, δίπλα στήν λίμνη μας.
Ὅταν ἀμέσως μετά τήν θεία Λειτουργία ἐπισκέφθηκα τό Γυμνάσιο καί τό Δημοτικό Σχολεῖο τῆς περιοχῆς, εἶπα στούς μαθητές ὅτι ἔκανα τρεῖς εὐχές πρός τόν Θεό καί τούς ρώτησα ἄν μποροῦσαν νά σκεφθοῦν ποιό εἶναι τό περιεχόμενο τῶν δεήσεων αὐτῶν.
Τά παιδιά πολύ εὔκολα βρῆκαν τήν ἀπάντηση γιά τίς δύο πρῶτες, καί μέ μιά μικρή βοήθεια καί ἐνημέρωση καί γιά τήν τρίτη εὐχή.
Καί αὐτό ἔγινε, γιατί εἶναι κοινό αἴτημα ὅλων μας, καί τῶν παιδιῶν ἰδιαίτερα, ἡ εἰρήνη στόν κόσμο καί ἡ ὑγεία στόν λαό.
Καί δέν εἶναι ἄνευ σημασίας, ἀλλά μᾶλλον ἀξιέπαινο, ὅτι τά παιδιά πρόσθεσαν καί πολλές ἄλλες εὐχές πού θά ἤθελαν τά ἴδια νά κάνουν πρός τόν Θεό, ὅπως νά ἔχουν ὑγεία οἱ γονεῖς τους καί ἡ οἰκογένειά τους, νά πετύχουν στά ὁράματά τους, νά ὑπάρχει ἀγάπη στόν κόσμο, νά εἶναι καλά παιδιά κλπ.
Ὑπέρ τῆς εἰρήνης στήν Οὐκρανία
Ἡ πρώτη εὐχή ἦταν ὑπέρ τῆς εἰρήνης στήν Οὐκρανία.
Δυσκολεύθηκα νά βρῶ μιά εὐχή γιά τήν εἰρήνη, γιά τήν κατάπαυση τοῦ πολέμου στήν Οὐκρανία. Καί αὐτό γιατί οἱ εὐχές πού ὑπάρχουν στό Εὐχολόγιο ὁμιλοῦν γιά ἀπαλλαγή ἀπό ἄθεο, ἄπιστο καί βάρβαρο λαό, ἐνῶ στήν προκειμένη περίπτωση ἔχουμε ἐπίθεση ὁμοδόξου λαοῦ ἐναντίον ἄλλου ὁμοδόξου.
Ἐπέλεξα τήν εὐχή τοῦ «Ἁγιωτάτου Πατριάρχου Καλλίστου» «ὑπέρ τοῦ Χριστωνύμου λαοῦ», στήν ὁποία ἐξομολογούμαστε γιά τίς ἁμαρτίες μας, γίνεται λόγος γιά τήν γῆ πού ἐρημώθηκε, γιά τήν αἰχμαλωσία καί τήν δουλεία στούς πολεμίους, καί ἀπευθύνεται παράκληση πρός τόν Θεό, τόν Πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά νά δείξει ἔλεος καί εὐσπλαγχνία, νά ἐπιστρέψει καί νά μᾶς δώσει ζωή, ὥστε «ὁ λαός νά εὐφρανθεῖ», «νά ἀκούσουμε εἰρήνη καί ἀγαλλίαση», «νά κατασκηνώσει δόξα καί εἰρήνη στήν γῆ μας», «νά σταματήσει ἡ καταιγίδα τῶν συμφορῶν» καί «μέ τήν ἄνεση ἀπό τίς συμφορές» νά δοξάσουμε τήν Ἁγία Τριάδα.
Γιατί πράγματι, ὁ πόλεμος αὐτός σέ μιά φίλη χώρα εἶναι μιά φοβερή αἱμορραγία τῆς Οἰκουμένης, πού ἐπηρεάζει ὅλο τό σῶμα της, καί μάλιστα τήν Πατρίδα μας.
Ὑπέρ τῆς ἐξάλειψης τῆς πανδημίας
Ὁ ἄλλος πόλεμος, ὁ ὑγιεινομικός, μαίνεται ἐδῶ καί δύο χρόνια, καί εὐχόμαστε πάλι καί πάλι νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό αὐτόν.
Ἡ εὐχή πού ἐπέλεξα νά ἀναπέμψω, εἶναι ἐπίσης μία ἀπό τίς εὐχές τοῦ «ἁγιωτάτου Πατριάρχου Καλλίστου» «ἐπί συμφορᾷ λαοῦ», οἱ ὁποῖες «ἰστέον… λέγονται καί εἰς λοιμικήν ἀσθένειαν».
Ἡ εὐχή ἀπευθύνεται στόν Δημιουργό τοῦ παντός, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε τίς ἁμαρτίες μας καί ἀνέβηκε στόν Σταυρό γιά νά μᾶς καθαγιάσει, καί ἐπικαλούμαστε τό ἀμέτρητο ἔλεος καί τήν ἀνείκαστη φιλανθρωπία Του. Γίνεται ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν μας καί κράζουμε τήν ἱκεσία «σῶσον ἡμᾶς», ὄχι μέ αὐτάρκεια καί ὑποκριτικά, ἀλλά μέ εὐγνωμοσύνη καί ταπεινά. Ζητᾶμε ἀπό τόν Θεό «νά σταματήσει τό δρεπάνι τοῦ θανάτου», «νά σταματήσει τήν δικαία φθορά τῆς μεταδοτικῆς αὐτῆς ἀσθένειας», «νά σταματήσει τήν ρομφαία πού ὑψώνεται ἐναντίον μας, γιά νά μή χαθοῦμε», γιατί «σέ Σένα μόνο ἁμαρτάνουμε, ἀλλά καί σέ Σένα μόνο προσπίπτουμε» καί γιά νά δοξασθεῖ καί μέ μᾶς τό Πανάγιο Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Γιά τήν θεραπεία τῶν πτηνῶν τῆς λίμνης
Μετά τήν θεία Λειτουργία, πήγαμε στήν Ἱερά Μονή Μαυριωτίσσης, δίπλα στήν λίμνη μας, ὅπου μέ τόν Ἡγούμενο π. Νεκτάριο καί μέ τούς παρισταμένους πατέρες τελέσαμε ἁγιασμό καί ἀναπέμψαμε εὐχή γιά τήν προστασία τῶν ὑδρόβιων πτηνῶν τῆς λίμνης μας ἀπό τήν θανατηφόρο δική τους γρίπη, πού πρόσφατα ἐνέσκυψε.
Ἡ εὐχή ἦταν τοῦ ἁγίου Μοδέστου, Πατριάρχου Ἱεροσολύμων, ἡ ὁποία ἐπιγράφεται ὡς ποίημα τοῦ ὁσίου Πατρός ἡμῶν Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, καί μεταξύ ἄλλων διαλαμβάνει:
«Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Θεέ μου, πού εἶσαι ἐλεήμονας καί πανάγαθος, ἐσύ ὁ ὁποῖος μέ σοφία δημιούργησες ὅλη τήν νοητή καί αἰσθητή κτίση· ἐσύ πού σκορπίζεις τήν εὐσπλαχνία σου σέ ὅλα τά δημιουργήματά σου· ἐσύ πού μέ τήν γεμάτη ἀγαθότητα πρόνοιά σου προνοεῖς γιά ὅλα, καί φροντίζεις ὅλα τά κτίσματά σου, ἄυλα, ὑλικά, λογικά, ἄλογα, ἔμψυχα, ἄψυχα, ἀπό τά πρῶτα ὡς τά τελευταῖα· διότι τίποτα δέν εἶναι χωρίς τήν πρόνοια καί τήν φροντίδα σου, τοῦ δημιουργοῦ καί προνοητῆ τῶν πάντων· γιατί ἐσύ εἶσαι πού ἀνοίγεις τό χέρι σου καί γεμίζεις μέ εὐδοκία κάθε ζῶο· ἐσύ εἶσαι αὐτός πού κάνει νά ξεπροβάλλει τό χορτάρι γιά τά ζῶα καί ἡ χλόη γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν ἀνθρώπων…
Σέ παρακαλῶ, λοιπόν, πανάγαθε δέσποτα καί δημιουργέ τοῦ παντός, καί ἱκετεύω ἐσένα τόν πρόξενο κάθε ζωῆς. Ἄκουσε αὐτή μου τήν παράκληση καί ἀπομάκρυνε κάθε θανατηφόρο ἀσθένεια καί βλάβη ἀπό τά πτηνά καί τά ὑπόλοιπα ζῶα, τά ὁποῖα εἶναι ἀναγκαῖα στή ζωή τῶν δούλων σου, πού ἐπικαλοῦνται ἐσένα πού παρέχεις κάθε ἀγαθό, καί (πού έπικαλοῦνται) τό δικό μου (τοῦ ἁγίου Μοδέστου) ὄνομα. …
Ναί, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, καμπτόμενος ἀπό τά ἴδια σου τά σπλάχνα, λυπήσου τά ζῶα πού ὑποφέρουν καί τά θερίζει ἀνά σμήνη τό δρεπάνι τοῦ θανάτου, καί πού μιᾶς καί δέν ἔχουν λόγο, φανερώνουν μέ τρόπο πού προκαλεῖ οἶκτο, μόνο μέ κραυγές καί μέ γοερές καί ἄναρθρες φωνές τό πάθος καί τόν πόνο τους, ἔτσι ὥστε νά προσελκύουν καί τήν συμπάθεια τῶν λογικῶν ὄντων.
…Πῶς νά μήν λυπηθεῖς αὐτά, ἐσύ πού εἶσαι ὁ δημιουργός τους καί αὐτός πού προνοεῖ γιά αὐτά; Διότι ἐσύ, εὔσπλαχνε (Κύριε), φρόντισες καί γιά τά ζῶα πού βρίσκονταν στήν Κιβωτό, νικημένος ἀπό τήν ἴδια σου τήν χρηστότητα καί εὐσπλαχνία. Ὥστε διά μέσου τῆς καλῆς ὑγείας καί τῆς αὔξησης τῶν ζώων, νά καλλιεργεῖται μέν ἡ γῆ, νά αὐξάνονται δέ οἱ καρποί, καί οἱ δοῦλοί σου πού ἐπικαλοῦνται τό ὄνομά σου, μέ ἀφθονία νά ἀπολαύσουν τά γεωργήματά τους.
Καί ἔχοντας κάθε εἴδους αὐτάρκεια σέ αὐτά, νά ἔχουν περίσσεια σέ κάθε ἀγαθό ἔργο καί νά δοξάζουν Ἐσένα, τόν χορηγό κάθε ἀγαθοῦ…».
Αὐτές οἱ εὐχές τῆς Ἐκκλησίας μας φανερώνουν τήν εὐαισθησία της καί τήν ἀγάπη της γιά τόν ἄνθρωπο, τόν κόσμο καί ὅλη τήν φύση, καί φανερώνουν τήν μεγάλη της ἀγωνία νά ἐπικρατεῖ εἰρήνη στόν κόσμο, ὑγεία στόν λαό καί ἰσορροπία στήν φύση, ὥστε οἱ λογικοί ἄνθρωποι νά ζοῦν ἤρεμο καί ἥσυχο βίο, ἐργαζόμενοι εἰρηνικά, καί νά δοξάζουν τόν Δημιουργό.
Βεβαίως, οἱ εὐχές αὐτές τῆς Ἐκκλησίας προϋποθέτουν, πάντοτε, τήν θεολογική ἀρχή τῆς συνέργειας, δηλαδή τό ὅτι ὁ Θεός ἐνεργεῖ καί ὁ ἄνθρωπος συνεργεῖ. Αὐτό σημαίνει ὅτι τά ἀγαθά αὐτά, ἡ εἰρήνη, ἡ ὑγεία καί ἡ φυσική ἰσορροπία, χρειάζονται τίς κατάλληλες ἐνέργειες καί προσπάθειες τοῦ ἀνθρώπου, μέ τίς ὁποῖες φανερώνει τήν θέλησή του γιά τήν ἐπικράτησή τους.
Γιατί, πῶς μποροῦμε νά παρακαλοῦμε τόν Θεό γιά εἰρήνη, ὅταν διάγουμε βίο φιλοπόλεμο, σέ κάθε ἐπίπεδο; Πῶς μποροῦμε νά παρακαλοῦμε γιά ὑγεία, ὅταν ζοῦμε μέ καταχρήσεις ἤ ὅταν δέν λαμβάνουμε μέτρα γιά τήν προστασία μας; Καί πῶς μποροῦμε νά παρακαλοῦμε τόν Θεό γιά τήν ὑγεία τῶν ἀλόγων ζώων καί πτηνῶν, ὅταν βιάζουμε τό περιβάλλον;
Πάντως, τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ εἰρήνη καί ἡ ὑγεία στούς ἀνθρώπους καί τά ζῶα, καί αὐτή εἶναι ἡ ἐπιθυμία τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἡ δική μας ὁλοκάρδια προσευχή.
Τρεῖς εὐχές, τρεῖς προσδοκίες, τρεῖς προσευχές.